DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Economy (16088 entries)
απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους dérapage budgétaire
απόκλιση αποδόσεων; διαφορά αποδόσεων écart de rendement
απόκλιση εισοδήματος éventail des revenus
αποκορυφωμένο γάλα lait écrémé
αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη lait écrémé en poudre
απόκριση répondre
απολαβές από την εργασία rémunération du travail
απολιπαντικό detersif
απολιπαντικό dégraisseur
απόλυτη ζημιά perte sèche
απόλυτη πλειοψηφία majorité absolue
απόλυτο πλεονέκτημα από πλευράς κόστους avantage de coût absolu
απόλυτος εκμετάλλευσις exploitabilité absolue
απόλυση licenciement
απόλυση για οικονομικούς λόγους licenciement économique
απομακρυσμένη περιοχή région périphérique
απομεγέθυνση décroissance
απομίμηση contrefaçon
απομονωτισμός isolationnisme
αποξηραμένο προϊόν produit séché