DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
ατομικές αποστάσεις distances atomiques
ατομικές επιχειρήσεις entreprises individuelles
ατομικές επιχειρήσεις και προσωπικές εταιρείες με κύρια δραστηριότητα την παροχή χρηματοδοτικών υπηρεσιών entreprises individuelles dont l'activité est de financer
ατομική βόμβα bombe atomique
ατομική έκρηξις explosion atomique
ατομική επιχείρηση exploitant individuel
ατομική στήλη pile atomique
ατομική συμφωνία accord individuel
ατομική συμφωνία accord particulier
ατομική σωσίβια ζώνη gilet de sauvetage
ατομικό ασφάλιστρο prime individuelle
ατομικό δελτίο κανονικών και ειδικών αδειών fiche individuelle des congés annuels et spéciaux
ατομικό όπλο arme individuelle
Ατομικό Πρόγραμμα Συνεργασίας programme de partenariat individuel
ατομικό πυροβολικό artillerie atomique
ατομικός κίνδυνος risque individuel
ατομικός φάκελος του υπαλλήλου dossier individuel du fonctionnaire
άτομο άνθρακα atome de carbone
άτομο με μειωμένη όραση malvoyant
άτομο προσβεβλημένο από μία μεταδοτική ασθένεια personne atteinte d'une maladie contagieuse