DictionaryForumContacts

   Greek German
Β Γ Δ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ   <<  >>
Terms for subject Criminal law (538 entries)
διακριτική παρακολούθηση verdeckte Kontrolle
διακριτική παρακολούθηση verdeckte Registrierung
Διαπεριφερειακό ίδρυμα ερευνών των Ηνωμένων Εθνών για το έγκλημα και τη δικαιοσύνη Interregionales Forschungsinstitut der Vereinten Nationen für Kriminalität und Rechtspflege
διαπράττω αξιόποινη πράξη Begehen einer Straftat
διαπράττω αξιόποινη πράξη Begehung einer Straftat
διαρθρωμένη ένωση organisierter Zusammenschluss
διασυνοριακή παρακολούθηση grenzüberschreitende Observation
διεθνής δικαιοδοσία universelle Gerichtsbarkeit
Διεθνής Σύμβαση "περί καταστολής της σωματεμπορίας των ενηλίκων γυναικών" Übereinkommen zur Unterdrückung des Handels mit volljährigen Frauen
Διεθνής Σύμβαση "περί καταστολής της σωματεμπορίας γυναικών και παίδων" Internationale Übereinkunft zur Unterdrückung des Frauen- und Kinderhandels
Διεθνής Σύμβαση "περί καταστολής του εμπορίου λευκής σαρκός" Internationales Übereinkommen zur Bekämpfung des Mädchenhandels
Διεθνής Σύμβαση για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας Internationales Übereinkommen zur Bekämpfung der Finanzierung des Terrorismus
Διεθνής Σύμβαση για την καταστολή τρομοκρατικών βομβιστικών επιθέσεων Internationales Übereinkommen zur Bekämpfung terroristischer Bombenanschläge
Διεθνής Σύμβαση κατά της συλλήψεως ομήρων Internationales Übereinkommen gegen Geiselnahme
διέλευση Durchbeförderung
διέλευση Durchlieferung
διεξαγωγή αποδείξεων Beweisaufnahme im Strafverfahren
Διευθυντική επιτροπή για προβλήματα εγκλημάτων ; Ευρωπαϊκή επιτροπή για προβλήματα εγκλημάτων CDPC-Ausschuss
Διευθυντική επιτροπή για προβλήματα εγκλημάτων ; Ευρωπαϊκή επιτροπή για προβλήματα εγκλημάτων Europäischer Ausschuss für Strafrechtsfragen
Δίκτυο Eurojustice των Ευρωπαίων Γενικών Εισαγγελέων Eurojustice-Netz europäischer Generalanwälte