Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(17443 entries)
δοκιμή εκρηκτικότητας
Detonationstest
δοκιμή κυανού του μεθυλενίου
Stabilitätstest
δοκιμή μεταλλακτικότητας
Mutagenitätsprüfung
δοκιμή σταθερότητας
Stabilitätstest
δοκιμή σφρίγους της βλάστησης
Pflanzenwuchsvitalitätstest
δοκιμή φυσικής ικανότητας
körperlicher Eignungstest
δοκιμή/δοκιμασία/εξέταση/δίκη
Prozeß
δόλωμα με αναισθητικό
betäubender Köder
δομή "ισοδύναμη οπτικής"
optische Äquivalenzstruktur
δομή της ατμόσφαιρας
Atmosphärischer Aufbau
δομή της απασχόλησης
Beschäftigungsstruktur
δομή της εταιρείας
Unternehmensstruktur
δομή του εδάφους
Bodenstruktur
δομή πόρου
Porenstruktur
περιοχή
Bebaute Fläche
περιοχή/οικιστική περιοχή
Bebaute Fläche
δομημένο περιβάλλον
Gebaute Umwelt
δομημένο περιβάλλον
bauliche Umwelt
δομημένο περιβάλλον/αστικοποιημένο περιβάλλον
Gebaute Umwelt
Δομική μονάδα
Baustein eines Baukastensystems
Get short URL