Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
<<
>>
Terms for subject
Transport
(42679 entries)
διαπερατότητα εδάφους
Durchlässigkeit eines Geländes
διαπεραίωση μέσω ανυψωτικών δεξαμενών
Schleusen
διαπεραίωση μέσω ανυψωτικών δεξαμενών
Schleusung
διαπεριφερειακή αεροπορική υπηρεσία
interregionaler Flugverkehr
διαπεριφερειακή αεροπορική υπηρεσία
interregionaler Linienflugverkehr
διαπεριφερειακή αεροπορική υπηρεσία
interregionaler Luftverkehr
διαπίστωση διαστάσεων
Dimensionierung
διαπλάτυνση της γραμμής
Spurerweiterung
διαπλάτυνση γραμμής στις καμπύλες
Spurerweiterung in Krümmungen
διαπλάτυνση εκ των υστέρων
spaetere Verbreiterung
διαπλάτυνση οδού
Straßenverbreiterung
διαπλάτυνσις οδού
Ausbiegestelle
διαπλάτυνσις οδού
Ausweichstelle
διάπλευση δεξαμενής ανύψωσης
Durchschleusung
διάπλευση δεξαμενής ανύψωσης
Schleusung
διάπλους
Ueberfahrt
διαποτισμός εν ψυχρώ
Kaltimprägnierung
διαποτισμός ρητίνης
Harztränken
διαποδοχή
länderübergreifende Anerkennung
(einer Zulassung)
διαπραγματευτική ομάδα για τις υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών
Verhandlungsgruppe zu Seeverkehrsdienstleistungen
Get short URL