DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Pharmacy and pharmacology (1765 entries)
ασφάλεια Unbedenklichkeit
ασφάλεια Verträglichkeit
αυτόματα μηχανήματα για την επεξεργασία του κρέατος automatisches Fleischbearbeitungsgerät
αυτόνομη (μεμονωμένη) έκθεση περιοδικής παρακολούθησης της ασφάλειας eigenständiger regelmäßig aktualisierter Sicherheitsbericht
ΑΥΞ Immunperoxidase
β-αγωνιστής Beta-Agonist
β-αδρενεργικός αγωνιστής Beta-Agonist
β-αδρενεργικός διεγέρτης Beta-Agonist
β-αναστολέας Beta-Blocker
β-αναστολέας Beta-Rezeptorenblocker
β-διεγέρτης Beta-Agonist
βαθμός συγκόλλησης της βρουκέλλας Brucella-Agglutinationswert
βακιλοσπορίνη Polymyxin
βάμμα Tinktur
βαρβιτουρικά Barbiturat
βαρβιτουρικόν άλας Barbiturat
βάρος Gewichtsmasse
βασικό ανθρακικό βισμούθιο basisches Bismutcarbonat
βασικό ανθρακικό βισμούθιο basisches Wismutcarbonat
βασικό γαλλικό βισμούθιο basisches Bismutgallat