Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(17443 entries)
μονάδα ανάκτησης ατμών
Dampfrückgewinnungsanlage
μονάδα αποθήκευσης αποβλήτων πολύ χαμηλής ραδιενέργειας
Lager für sehr schwach aktive Abfälle
μονάδα αφαλάτωσης
Entsalzungsanlage
μονάδα δασοκομίας
Forstbetriebsgemeinschaft
μονάδα διαλογής αποβλήτων
Abfallsortierungsanlage
μονάδα διήθησης με ενώσεις σιδήρου
Eisenkläranlage
μονάδα επεξεργασίας αποβλήτων
Abfallbehandlungsanlage
μονάδα επεξεργασίας επιφανειών
Beizerei
μονάδα επεξεργασίας επιφανειών
(οξίνισης)
Beizerei
μονάδα
(σταθμός)
επεξεργασίας λυμάτων
Abwasserbehandlungsanlage
μονάδα επίπλευσης
Rieselbehälter
μονάδα ηλεκρτοπαραγωγής
Elektrizitätswirtschaft
μονάδα θέρμανσης
Heizwerk
μονάδα θέρμανσης από τα απόβλητα
Müllheizwerk
μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού
Einwohnergleichwert
μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού
Einwohnerwert
μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού 1 ι.π.
Einwohnergleichwert
μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού 1 ι.π.
Einwohnerwert
μονάδα κατακράτησης της σκόνης
Staubabscheideanlage
μονάδα
(σταθμός)
καθαρισμού
Reinigungsanlage
Get short URL