DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
ισχύς πυρηνικής έκρηξης nukleare Sprengkraft
ισχύων ; που ισχύει gültig
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fanggründe (pl.)
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fangort
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fischfanggebiet
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fischgründe
ιχθυοτροφείο, εκτροφή Aufzucht
ιχθυοτροφείο, εκτροφή Haltung
ιχθυοτροφείο, εκτροφή Zucht
ιώδες purpur
ιωδοφόρμιο Jodoform
κoιvoτικό πρόγραμμα πoλιτικής και δράσης σχετικά με τo περιβάλλov και τηv αειφόρo αvάπτυξη "Στόχoς η αειφoρία" Gemeinschaftprogramm für Umweltpolitik und Maßnahmen im Hinblick auf eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung "Für eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung"
κoιvή επoπτική αρ?ή gemeinsame Kontrollinstanz
κoιvή επoπτική αρ?ή gemeinsames Aufsichtsorgan
κτηματολόγιο Katasteramt
κτηνοτροφές Futtermittel
κτηνοτροφικό καρότο Futtermoehre
κτίριο απομόνωσης Sicherheitsgebäude
κτίριο ντηζελομηχανής εκτάκτου ανάγκης Notstromdieselgebaeude
κτίριο ραδιενεργού απορρυπάνσεως Dekontaminationsgebaeude