DictionaryForumContacts

   Greek German
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
ισομετρωπικός isometrop
ισομέρεια διαμόρφωσης Konformationsisomerie
ισομερής διοργανική επιτροπή interinstitutioneller paritätischer Ausschuß
Ισομερής επιτροπή ταχυδρομείων Paritätischer Ausschuß für das Postwesen
ισομορφία Isomorphismus zweier Systeme
ισομορφισμός Isomorphismus zweier Systeme
ισορροπία της καταναλώσεως πυρήνων Abbrandgleschgewicht
ισορροπία του τρόμου Abschreckungsgleichgewicht
ισορροπία του τρόμου Gleichgewicht der Abschreckung
ισορροπία δυνάμεων Stärkeverhältnis
ισοστάθμιση Entzerrung
ισοστάθμιση Korrektur eines Aufzeichnungssystems
ισχύς του πυρήνα του αντιδραστήρα Kernleistung
ισχύς δεδικασμένου Rechtskraft
ισχύς λειτουργίας Betriebsleistung
ισχύς πυρηνικής έκρηξης nukleare Sprengkraft
ισχύων ; που ισχύει gültig
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fanggründe (pl.)
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fangort
ιχθυότοπος; αλιευτικό πεδίο Fischfanggebiet