Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Medical
(122679 entries)
καμφορά
Kampfer
καμφορά
Campher
καμφορά μέντας
Menthol
καμφορά μέντας
Mentholum
καμφορά μέντας
Pfefferminzkampfer
καμφορέλαιο
Kampferöl
καμφορέλαιο
Campheröl
καμφορικός
kampferähnlich
καμφορομανία
Camphroromania
κάμψη
Biegung
κάμψη
Beugung
κάμψη
Krümmung
κάμψη
Kurve
κάμψη
Beuge
κάμψη
Flexion
κάμψη του DNA
DNA-Krümmung
κάμψη προς τα εμπρός
Introflexion
κάμψη φουρκέτας
Haarnadelschleife
κάμψις του εμβρυουλκού ανάλογος της κάμψεως της οδού γεννήσεως
Beckenkruemmung
καμωμένος
massieren
Get short URL