Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
German
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Health care
(10211 entries)
απορρόφηση μολύβδου
Resorption von Blei
απορρόφησις αερίου από ένα αέριο ή μέταλλο σε μεγάλη ποσότητα όπως του υδρογόνου από λευκόχρυσο
Okklusion
απορροφούμενη δόση
D
Energiedosis
απορροφούμενη δόση αιχμής
Maximumsdosis
απορροφώμενη δόση
Energiedosis
απορροφώμενη δόση ιστού
Organdosis
απορροφώμενη δόση οργάνου
Organdosis
απόσταση διάχυτου πεδίου
Hallradius
απόσταση προσαρμογής
Akkommodationsgebiet
απόσταση προσαρμογής
Akkommodationsstrecke
απόστασις αντικειμένου-φιλμ
Objekt-Bildabstand
αποστειρωτήρας-ψυκτήρας
Tunnelsterilisator
αποστείρωση
desinfizieren
αποστείρωση
entseuchen
αποστείρωση
sterilisieren
αποστέωση
Ausbeinen
αποστέωση
Entbeinen
απόστημα του εγκεφάλου
Encephalitis purulenta
απόστημα του εγκεφάλου
Gehirnabszess
απόστημα του εγκεφάλου
Hirnabszess
Get short URL