Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Latvian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Agriculture
(389 entries)
όριο αλιεύματος
nozvejas limits
ουσία αντιάλγη
algicīds
πατατόσπορος
sēklas kartupelis
παγωτό
saldējums
πανώλης
(κλασσική)
των χοίρων
cūku mēris
παραγωγικόν δάσος
saimnieciskais mežs
παράγωγο προϊόν
atvasināts produkts
παρακράτηση
aizturēšana
παραπροϊόν
atvasināts produkts
παρασιτοκτόνα
pesticīds
περιεκτικότητα σε αλκοόλη
spirta koncentrācija
περιεκτικότητα σε αλκοόλη
spirta saturs
περιοχή ελεύθερη επιβλαβών οργανισμών
no kaitīgajiem organismiem brīva teritorija
πικραμύγδαλο
rūgtā mandele
πιστοποιημένο υλικό
sertificēts materiāls
ποικιλία προς διατήρηση
šķirne uzturēšanai
πολτός ζαχαροτεύτλων' στέμφυλα ζαχαροτεύτλων, πούλπα ζαχαροτεύτλων
cukurbiešu mīkstums
πολτός ζαχαροτεύτλων' στέμφυλα ζαχαροτεύτλων, πούλπα ζαχαροτεύτλων
biešu mīkstums
πολλαπλασιασμός με μόσχευμα
pavairošana ar spraudeņiem
ποσοστό ενίσχυσης
atbalsta likme
Get short URL