Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Dutch
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Business
(479 entries)
μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος
informant
μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος
klokkenluider
μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος
verklikker
μεταφορά κεφαλαίων
geldoverdracht
μετοχές της εταιρίας τις οποίες αποκτά η ίδια
door vennootschappen gehouden eigen aandelen
μετοχές ή μερίδια
aandelen
μετοχές ή μερίδια στο κεφάλαιο
(της μητρικής επιχείρησης)
aandelen in het kapitaal
μετοχική εταιρεία
kapitaalvennootschap
μέτοχοι ή εταίροι
aandeelhouders
μέτοχοι, εταίροι ή μέλη
(εταιρειών ελέγχου)
aandeelhouders, vennoten en leden
μέθοδος αποτίμησης
waarderingsmethode
μείζον βήμα τιμών
grote prijsstap
μειοψηφική συμμετοχή
minderheidsdeelneming
μειωμένης εξασφαλίσεως απαιτήσεις του ενεργητικού
achtergestelde activa
μέλος του προσωπικού που απασχολείται
personeelslid
μέλος του προσωπικού που απασχολείται
werknemer
μεσεγγυούχος' προσωρινός σύνδικος
curator
μη διανεμόμενα αποθεματικά
niet-uitkeerbare reserves
μη ρευστοποιηθείσες ζημίες από επενδύσεις
niet-gerealiseerd verlies op beleggingen
μη ρευστοποιηθείσες υπεραξίες από επενδύσεις
niet gerealiseerde winst op beleggingen
Get short URL