DictionaryForumContacts

   Greek Dutch
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Ecology (118 entries)
μονάδα Κιότο Kyoto-eenheid
μονάδα πιστοποιημένης μείωσης των εκπομπών gecertificeerde emissiereductie
μονάδα πιστοποιημένης μείωσης των εκπομπών gecertificeerde emissiereductie-eenheid
οδηγία σύνδεσης koppelingsrichtlijn
παγίδευση του άνθρακα koolstofsekwestratie
παγίδευση του άνθρακα koolstofvastlegging
παγκόσμια αγορά εκπομπών άνθρακα mondiale koolstofmarkt
παράμετρος χρηστικότητας nutsparameter
πιστοποιημένη μείωση των εκπομπών gecertificeerde emissiereductie
πιστοποιημένη μείωση των εκπομπών gecertificeerde emissiereductie-eenheid
πιστωτικό δικαίωμα kredietrecht
προσωρινή CER tijdelijke gecertificeerde emissiereductie
προσωρινή πιστοποιημένη μείωση εκπομπών tijdelijke gecertificeerde emissiereductie
σταλάζον φίλτρο continufilter
σταλάζον φίλτρο oxidatiebed
στόχος των "2 ºC " 2ºC-doelstelling
Σύμβαση για το δίκαιο των χρήσεων των διεθνών υδατορευμάτων πλην εκείνων που αφορούν τη ναυσιπλοΐα Verdrag inzake het recht betreffende het gebruik van internationale waterlopen anders dan voor scheepvaart
συντελεστής οξείδωσης oxidatiefactor
σύστημα διακανονισμού afwikkelingssysteem
σύστημα εκκαθάρισης clearingsysteem