DictionaryForumContacts

   Greek Italian
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (25249 entries)
τμήμα ασφαλείας προσωπικού ufficio per la sicurezza
τμήμα εξέτασης των τυπικών προϋποθέσεων divisione per l'esame dei requisiti formali
τμήμα επιθεώρησης και εποπτείας servizio di ispezione e di sorveglianza
τμήμα οικονομικών, δημοσιονομικών και νομισματικών υποθέσεων sezione "Affari economici, finanziari e monetari"
τμήμα περιφερειακής ανάπτυξης, χωροταξίας και πολεοδομίας sezione "Sviluppo regionale, assetto territoriale ed urbanistica"
τμήμα Πολιτικής Sezione "Politica"
Τμήμα Προσφυγών commissione di ricorso
Τμήμα Προσφυγών commissione di ricorso dell'UAMI
Τμήμα Προσφυγών commissione di ricorso dell'Ufficio per l'armonizzazione nel mercato interno (marchi, disegni e modelli)
τμήμα προσφυγών του γραφείου εναρμόνισης της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) commissione di ricorso
τμήμα προσφυγών του γραφείου εναρμόνισης της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) commissione di ricorso dell'Ufficio per l'armonizzazione nel mercato interno (marchi, disegni e modelli)
τμήμα προσφυγών του γραφείου εναρμόνισης της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) commissione di ricorso dell'UAMI
Τμήμα Στρατιωτικού Σχεδιασμού Gruppo di esperti "Pianificazione militare"
τμήμα συστημάτων επικοινωνιών και πληροφοριών Divisione "Sistemi di comunicazione e informazione"
τμήματα επαγγελματικής επιμόρφωσης corso di formazione professionale
τμηματική κράτηση trattenuta da ripartire ratealmente
το la
το Eιδικό Συμβούλιο Yπουργών,το οποίο καλείται στο εξής "το Συμβούλιο" Consiglio speciale dei ministri
το Kράτος μέλος που αγνοεί τη σύσταση της Eπιτροπής lo Stato membro che ha trascurato la raccomandazione della Commissione
το αέριο αναμειγνύεται καλά με τον αέρα,εύκολα σχηματίζονται εκρηκτικά μείγματα il gas si miscela bene con l'aria,si formano facilmente miscele esplosive