Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Italian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Statistics
(9066 entries)
ποσοστό πωλήσεων
quota di vendita
ποσοστό σοβαρής στέρησης στέγασης
tasso di disagio abitativo grave
ποσοστό υπερπλήρωσης
tasso di sovraffollamento
ποσοστό φυσικής αύξησης
quoziente grezzo d'incremento naturale
ποσοστόν ΙΧ οχημάτων εις σύνθεσιν μετακινήσεων
tasso di utilizzazione delle macchine
ποσοστόν καλύψεως θέσεων σταθμεύσεως
tasso di occupazione del parcheggio
ποσοστόν πληρώσεως οχημάτων
tasso di occupazione dei veicoli
ποσοστόν συμφορήσεως χώρου σταθμεύσεως
tasso di congestione del parcheggio
ποσοστόν χρήσεως θέσεων σταθμεύσεως
tasso di utilizzazione del parcheggio
ποσόστωση
contingente
πραγματικές ακαθάριστες τιμές
cifra lorda reale
πραγματικές αποδοχές
retribuzione effettivo
πραγματικές καθαρές τιμές
cifra netta reale
πραγματική τιμή
scarto quadratico medio
πραγματική τιμή
valore efficace
πραγματική διάρκεια εργασίας
ora effettivamente lavorata
πραγματική παλινδρόμηση
regressione vera
πραγματική ροή
portata reale
πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία
tasso di cambio effettivo reale
πραγματική χωρητικότητα δρομολογίου
capacità di linea effettiva
Get short URL