Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Italian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Energy industry
(1918 entries)
περιφερειακή εταιρεία ηλεκτρισμού
società elettrica regionale
Περιφερειακή Πρωτοβουλία για το Αέριο
Iniziativa regionale sul gas
Περιφερειακό Ταμείο Ενεργειακών Υποθέσεων
Fondo regionale per le questioni energetiche
περιφερειακό γραφείο για τους υδρογονάνθρακες και τη γεωθερμία
Ufficio regionale per gli idrocarburi e la geotermia
περιφερειακός και αστικός ενεργειακός προγραμματισμός
programmazione energetica regionale e urbana
πηγή ενέργειας χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών
fonte di energia a bassa emissione di carbonio
πηγή κύριας ενέργειας
fonte primaria di energia
πηγή κύριας ενέργειας
sorgente di energia primaria
πίνακας απεικονίσεως της διατάξεως των στοιχείων του πυρηνικού καυσίμου στον αντιδραστήρα
Disposizione a scacchiera degli elementi di combustibile
πιστοποιητικό ανανεώσιμης ενέργειας
certificato verde
πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης
attestato di certificazione energetica
πιστοποίηση από ενεργειακή άποψη των κτιρίων
certificazione del consumo energetico degli edifici
πιστοποίηση από ενεργειακή άποψη των κτιρίων
certificazione energetica degli edifici
Πλατφόρμα φυσικού αερίου του πενταμερούς φόρουμ
Piattaforma del gas del Forum pentalaterale
πλέγμα πυρήνων
piastra a griglie del nocciolo
πληρωμή δεσμευτικών ποσοτήτων ανεξαρτήτως παραλαβής τους
"take or pay"
πλίνθος άνθρακα
agglomerato di carbon fossile
πλίνθος άνθρακα
mattonella di carbon fossile
πλίνθος από λιγνίτη
agglomerato di lignite
πλίνθος από λιγνίτη
mattonella di lignite
Get short URL