Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Italian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(25249 entries)
καθοριστικός
determinante
καθορισμό των τιμών
fissazione dei prezzi
καθορισμός της διοικητικής κατάστασης
determinazione della posizione amministrativa
καθορισμός της έννοιας της ασφάλειας
impostazione di sicurezza
καθορισμός της υπηρεσιακής κατάστασης
determinazione della posizione amministrativa
καθορισμός του βαθμολογικού επιπέδου μιας θέσεως
determinazione del livello d'impiego
καθορισμός των διανοητικών και ηθικών χαρακτήρων από την φυσιογνωμία του προσώπου
fisiognomica
καθορισμός των διανοητικών και ηθικών χαρακτήρων από την φυσιογνωμία του προσώπου
fisionomica
καθορισμός των εξωτερικών χαρακτηριστικών
analisi balistica
καθορισμός των χημικών χαρακτηριστικών
analisi delle caratteristiche chimiche
καθορισμός θέσεως ράβδου ρυθμίσεως
Posizionamento della barra di controllo
καθορισμός ποσών αναφοράς
determinazione di importi-quadro
καθρέπτης & καθρέφτης
specchio
καθυστερημένη εγγραφή
iscrizione tardiva
καθυστερημένος
tardo
καθυστέρηση εκτέλεσης συμβάσεως
ritardo nella esecuzione di un contratto
καθυστέρηση καταβολής των συνδρομών
restituzione tardiva di contributi
καθυστερώ
ritardare
καθώς
come
και
e
Get short URL