Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Italian
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Finances
(20443 entries)
εμπέδωση
consolidamento
εμπειρογνώμων τελωνείου
esperto doganale
εμπειρογνώμων-λογιστής
esperto-contabile
εμπειρογνώμων-λογιστής
ragioniere
εμπιστευτικές καταθέσεις
investimento fiduciario
εμπιστευτική επιχειρηματική πληροφορία
informazione commerciale riservata
εμπόδια των εισαγωγών
ostacoli all'importazione
εμπόδια στην είσοδο στην οικεία αγορά
effetto di preclusione del mercato
εμπόρευμα παραδοτέο ελεύθερο εξόδων στο μεταφορέα
franco vettore
εμπόρευμα παραδοτέο ελεύθερο εξόδων φόρτωσης παραπλεύρως του πλοίου
franco sotto bordo
εμπόρευμα παραδοτέο στο εργοστάσιο
franco fabbrica
εμπόρευμα παραποίησης/απομίμησης
merce contrafatta
εμπόρευμα που εισάγεται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας
merce introdotta nel territorio doganale della Comunità
εμπόρευμα που κατάσχεται
merce sequestrata
εμπόρευμα που προκύπτει από τη μεταποίηση γεωργικών προïόντων
merce risultante dalla trasformazione di prodotti agricoli
εμπόρευμα που υπόκειται σε εισαγωγικούς δασμούς
merce soggetta a dazi all'importazione
εμπόρευμα χύδην
merce alla rinfusa
εμπόρευμα χύδην
merce sciolta
εμπορεύματα τα οποία έχουν εξέλθει προσωρινά από την τελωνειακή αποθήκη
merci temporaneamente rimosse dal deposito doganale
εμπορεύματα τρίτων χωρών
merci terze
Get short URL