DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (21811 entries)
σκύλος εκπαιδευμένος για την ανίχνευση ναρκωτικών; εκπαιδευμένος σκύλος narkohund
σκύλος εκπαιδευμένος για την ανίχνευση ναρκωτικών; εκπαιδευμένος σκύλος narkotikahund
Σκωτικό Εθνικό Κόμμα Det Skotske Nationalistparti
σκωρία scorie
σκωρία τήξεως indløbsslagge
σκωρία,κν.σκουριά rust
σμηναρχία αεροσκαφών αεροπλανοφόρου hangarskibsflykampgruppe
σμίκρυνση με τετραγωνισμό kvadrering
σμόκιν smoking
σοβαρά βαθιά εγκαύματα alvorlige svære ætsninger
σοβαρή και διαρκής παραβίαση grov og vedvarende overtrædelse
σοβαρή και συνεχής παραβίαση grov og vedvarende overtrædelse
σοβαρή παράβαση alvorlig overtrædelse
σοβαρή παράβαση alvorlig straf
σοβαρή παράλειψη εκπλήρωσης του υπηρεσιακού καθήκοντος εκ προθέσεως ή εξ αμελείας forsætligt eller af uagtsomhed groft tilsidesætte pligterne
σοβαρό ατύχημα alvorlig ulykke
σοβαρός væsentlig
σοβαρός κίνδυνος alvorlig risiko
σόναρ ekkolod
σορβιτόλη ; Ε 420 ; Ε 420 i E 420