DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Environment (18295 entries)
δυνάμεις πυρόσβεσης reservemandskab
δύναμη (όπλο) αποτροπής afskrækkelsesstyrke
δύναμη (όπλο) αποτροπής afskrækkende våben
δυναμική του συστήματος των οργανικών ουσιών του εδάφους dynamikken i jordbundens organiske stof
δυναμική του συστήματος των οργανικών ουσιών του εδάφους dynamikken i jordbundens organiske stofsystem
δυναμική θεωρία dynamikteori
δυναμική ογκομετρική μέθοδος dynamisk volumetrisk analysemetode
δυναμικό (ικανότητα ανακύκλησης) genanvendelsespotentiel
δυναμικό (ικανότητα ελαχιστοποίησης των αποβλήτων) mulighed for minimering af affaldsproduktion
δυναμικό (ικανότητα) ανακύκλησης genanvendelsespotentiel
δυναμικό αναπαραγωγής biotisk potentiale
δυναμικό αποικοδόμησης mulighed for nedbrydning
δυναμικό βιοσυσσώρευσης bioakkumulationspotentiale
δυναμικό βιοσυσσώρευσης bioakkumulationspotentiel
δυναμικό βιοσυσσώρευσης bioakkumuleringspotentiale
δυναμικό έκπλυσης perkoleringsevne
δυναμικό έκπλυσης udvaskningspotentiale
δυναμικό (ικανότητα) ελαχιστοποίησης των αποβλήτων mulighed for minimering af affaldsproduktion
δυναμικό εξουδετέρωσης του οξέος syreneutraliserende kapacitet
δυναμικό καταστροφής (εξασθένησης του όζοντος) ozonfortyndingspotentiale