DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Environment (18295 entries)
δόση dosering
δόση dosis
δόση ακτινοβολίας strålingsdosis
δόση ακτινοβολίας stråledosis
δόση/δοσολογία/δοσομέτρηση dosering
δόση/ποσότητα dosis
δοσίμετρα dosimeter
δοσίμετρο θερμοφωταύγειας για τη μέτρηση της συνολικής έκθεσης termoluminiscensdosimeter til måling af den integrerede dosis
δοσολογία dosering
δοσομέτρηση dosering
δουλεία servitut
δοχείο beholder
δοχείο αποθηκεύσεως μολυσμένου ελαίου lagertank for spildolie
δοχείο συγκεντρώσεως αποχετευομένων υγρών αποβλήτων opsamlingstank for flydende radioaktivt affald
δοχείο ψεκασμού spraydåse
δραστηριότητα του ανθρώπου menneskets aktivitet/virksomhed
δραστηριότητα του γραφείου European IGAC's projektkontor
δραστηριότητα των ενζύμων enzymaktivitet
δραστηριότητα ανοικτής θάλασσας offshorevirksomhed
δραστηριότητα κατά τον ελεύθερο χρόνο fritidsaktivitet