DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (21811 entries)
περιοχή συνορεύουσα με naboområde
περιοχή χαμηλής ραδιενέργειας rent område
περίπτερο τριών προσόψεων halvøformet stand
περίπτερο τριών προσόψεων halvøstand
περίπτερο έκθεσης μη συναρμολογημένο samlestand
περίπτερο με σκληρά τοιχώματα vægstand
περίπτερο σε σειρά rækkestand
περίπτερο χωρίς εξοπλισμό basisstand
περίπτωση led
περιπαγετικό κλίμα periglacialklima
περιπολών πυροφύλαξ patruljerende brandvagt
περίπου cirka
περίπου omtrent
περιστασιακό ανθρωπογενές νανοσωματίδιο utilsigtet syntetisk nanopartikel
περιστοιχίζω omgive
περιστρέφομαι dreje
περιστρεφόμενη πλατφόρμα drejescene
περιστρεφόμενο τύμπανο roterende tromle
περιστρεφόμενο έκκεντρο omkredsgrat
περιστρεφόμενο ικρίωμα bogie