Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Finances
(21045 entries)
πέσο Χιλής
Chile peso
πηγές πιστώσεων
kreditkilder
πηγή εισοδήματος
indtægtskilde
πηγή εφοδιασμού
forsyningskilde
πηγή φορολογικού εισοδήματος
indtægtskilde til skatteudskrivning
πηνίο που έχει ελαθεί σε θερμή κατάσταση; ημικατειργασμένο προϊόν σε ρόλλους για λαμαρίνες
pladeemner i ruller
πιεστήριο νομισματοκοπής
møntpresse
πιέσεις από πλευράς κόστους
omkostningspres
πιθανή αγοραία τιμή
sandsynlig markedspris
πιθανή διάθεση τίτλων
ikke-tegnet del af aktieemission
πιθανότητα αθέτησης
sandsynlighed for misligholdelse
πιθανότητα αθέτησης
misligholdelsessandsynlighed
πιθανότητα πτώχευσης
sandsynlighed for misligholdelse
πιθανότητα πτώχευσης
misligholdelsessandsynlighed
πιλοτικό πείραμα
pilotforsøg
πίνακας ταμειακών ροών
pengestrømsopgørelse
πίνακας τιμών χρηματιστηρίου
kursliste
Πίνακας των τελωνείων που είναι αρμόδια για τις πράξεις κοινοτικής διαμετακόμισης
Fortegnelse over kompetente toldsteder i forbindelse med fællesskabsforsendelser
πίνακας των εσόδων
opstilling over indtægter
πίνακας των μισθών
løntabel
Get short URL