Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(15590 entries)
κατανάλωση αέρα
luftforbrug
κατανάλωση εντός πόλεως
forbrug i bykørsel
κατανάλωση λαδιού λιπάνσεως
smoereolieforbrug
κατανάλωση λιπαντικού ελαίου
smoereolieforbrug
κατανάλωση υπό σταθερή ταχύτητα
forbrug ved konstant hastighed
κατανεμητής καυσίμου
brændstoffordeler
κατανεμητής φρένων
bremseudligner
κατανεμητής ψεκασμού εκτάκτου ψύξεως του πυρήνα αντιδραστήρα
stigrør for kernesprinkling
κατανεμημένο τύλιγμα
fordelt vikling
κατανομή διανοιγόμενου υλικού
rømmeskema
κατανομή κατά ζώνες
zoneinddeling
κατανομή πέδησης
bremsefordeling
κατανομή ψεκασμού
forstøvningsbillede
καταπακτή για ξεφόρτωμα που κλείνει
nedklappelig aflæsningsklap
καταπακτή για ξεφόρτωμα που κλείνει
nedklappelig tømningsklap
καταπακτή εξόδου κινδύνου
nødudgangslem
καταπακτή επιθεώρησης
inspektionsfælde
καταπακτή κινδύνου στην οροφή του θαλαμίσκου
loftlem
καταπακτή κινδύνου στην οροφή του θαλαμίσκου
nødudgang
καταπακτή προσβάσεως
nødudgangslem
Get short URL