DictionaryForumContacts

   Greek Danish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Economy (14833 entries)
Δεξιά politisk højre
δέρμα læder
δέρμα ζώου huder og skind
δερματική πάθηση hudsygdom
δέσµευση κεφαλαίων indefrysning af midler
δεσμευμένη θέση εργασίας forbeholdt arbejde
δεσμευμένη ψηφοφορία bunden afstemning
δεσμευμένο μερίδιο αγοράς bunden markedsandel
δέσμευση για την πραγματοποίηση συμβατικών αποταμιεύσεων στα ασφαλιστικά ιδρύματα tvungen opsparing hos forsikringsorganisationerne
δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα CO2-opsamling og -lagring
δεσμεύω indklinke
δεσμεύω την κεντρική κυβέρνηση forpligte centraladministrationen
δεσμεύω την κεντρική κυβέρνηση forpligte de centrale myndigheder
δέσμη δημοσιονομικών κινήτρων finanspolitisk hjælpepakke
δέσμη δημοσιονομικών κινήτρων finanspolitisk stimulanspakke
δέσμη δημοσιονομικών κινήτρων stimuluspakke
δέσμη οικονομικής διακυβέρνησης pakke om økonomisk styring
δέσμη οικονομικής διακυβέρνησης sixpack
δέσμια αγορά' οιονεί μονοπωλιακή αγορά bundet marked
δέσμια αγορά' οιονεί μονοπωλιακή αγορά konkurrencebeskyttet marked