Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(21811 entries)
μπορεί να προκαλέσει κληρονομικές γενετικές βλάβες
kan forårsage arvelige genetiske skader
μπορεί να προκαλέσει κληρονομικές γενετικές βλάβες
R46
μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον
kan forårsage uønskede langtidsvirkninger i vandmiljøet
μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον
R53
μπορεί να προκαλέσει πυρκαϊά
kan forårsage brand
μπορεί να προκαλέσει πυρκαϊά
R7
μπουλντόζα
bulldozer
μπουλντόζα κοπριάς
gødningsdozer
μπουφέ
buffet
μύτη μολυβιού από γραφίτη
graphitstift til blyanter
μυδραλιοβόλο
maskingevær
μυθιστόρημα
roman
μυθιστόρημα περιπέτειας
spændingsroman
μυθιστόρημα φθηνού εντυπωσιασμού
kolportageroman
μυθιστοριογραφία
fiktionslitteratur
μυκητική αμυλάση
svampeamylase
μυρμηκικό αμμώνιο ; Ε 295
ammoniumformiat
μυρμηκικό αμμώνιο ; Ε 295
E 295
μυρμηκικό ασβέστιο ; Ε 238
calciumformiat
μυρμηκικό ασβέστιο ; Ε 238
E 238
Get short URL