DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Employment (185 entries)
εργαζόμενος medarbejder
εργαζόμενος με πλήρη απασχόληση fuldtidsarbejdende
εργαζόμενος σε πολύ μειονεκτική θέση meget dårligt stillede arbejdstagere
εργασία το Σαββατοκύριακο weekendarbejde
εργασία κατά βάρδιες skifteholdsarbejde
εργασία στο σπίτι arbejde i hjemmet
εργάσιμη εβδομάδα arbejdsuge
ευέλικτη εργασία fleksibel arbejdsform
ευέλικτη σύμβαση fleksibel kontrakt
ευέλικτος χώρος εργασίας distancearbejde
ευκαιριακή εργασία lejlighedsvise job
ευρωπαϊκή πύλη για την επαγγελματική κινητικότητα Euresportalen
ευρωπαϊκή πύλη για την επαγγελματική κινητικότητα europæisk portal for jobmobilitet
Ευρωπαϊκό δίκτυο ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά την τοπική ανάπτυξη και τις τοπικές πρωτοβουλίες δημιουργίας θέσεων απασχόλησης europæisk informationsudvekslingsnet for lokale beskæftigelsesfremmende initiativer
Ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για την τοπική ανάπτυξη και τις τοπικές πρωτοβουλίες για την απασχόληση europæisk informationsudvekslingsnet for lokale beskæftigelsesfremmende initiativer
έχω επαγγελματική απασχόληση, αμειβόμενη ή μη udøve erhvervsmæssig beskæftigelse mod eller uden vederlag
ηλικία συνταξιοδότησης pensionsalder
ημι-ειδικευμένος εργάτης specialarbejder
θέση stillingsbetegnelse
θέση εργασίας job