Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Czech
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Forestry
(3989 entries)
υπερώριμα
prozrálý
υπεύθυνος σχεδιασμού
plánovač
υπεύθυνος σχεδιασμού
projektant
υπό γωνία
šikmo nakloněný
υποαλπικό δάσος
horský jehličnatý les
υποβαθμίζω
snížit kvalitativní třídu sortimentu
υποβάθμιση της ποιότητας
zhoršení kvality
υπόβαθρο
přibližovat
(dříví)
υποβραχιόνιο
opěradlo
υπόγειο καλώδιο
podzemní kabel
υπόγειο νερό
podzemní voda
υποδήματα ασφαλείας
ochranné boty
υπόλειμμα
odpadky
υπόλειμμα
odpad
υπόλειμμα
přidružený výrobek
υπόλειμμα ξυλείας
odpadní dřevo z těžby
υπολείμματα
těžební odpad
υπολείμματα
klest
υπολείμματα συγκομιδής ξυλείας
zbytky
υπολείμματα συγκομιδής ξυλείας
zůstatky po těžbe
Get short URL