Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Czech
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(6918 entries)
πρόληψη κινδύνου
riziko nebezpečí
πρόληψη
(αποφυγή)
φυσικών κινδύνων
prevence rizik přírodních
προμήθεια
nákup
προμήθεια
dodávka
[obchod]
προμήθεια
(σύμβαση)
του δημοσίου
zásobování orgánů a podniků vládních
προμήθεια
(παροχή)
ενέργειας
zásobování energiemi
προορισμός μεταφοράς
místo určení při dopravě
προστατευτική αναπνευστική συσκευή
přístroj dýchací
προστατευτικό μέτρο
opatření ochranné
προστατευτικό στρώμα
mulč
προστατευόμενη ζώνη
chráněné území
προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή
oblast chráněná mořská
προστατευόμενη περιοχή
území chráněné
προστατευόμενη περιοχή
chráněné území
προστατευόμενη περιοχή
chráněná lokalita
προστατευόμενη περιοχή για ανθρωπολογικούς λόγους
rezervace antropologická
προστατευόμενη περιοχή εκβολών ποταμού
oblast v ústí řeky chráněná
προστατευόμενη περιοχή φυσικού τοπίου
oblast chráněná krajinná
προστατευόμενη φυσική περιοχή
chráněné území
προστατευόμενο τοπίο
krajina chráněná
Get short URL