DictionaryForumContacts

   Greek Polish
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Marketing (107 entries)
ορκωτός λογιστής biegły rewident
παγκόσμιος κώδικας προϊόντων uniwersalny kod produktu
παραπλανώ τον καταναλωτή wprowadzać konsumenta w błąd
περιάζω σε αλάνη τον καταναλωτή wprowadzać konsumenta w błąd
περιθώριο για απρόβλεπτα rezerwa na nieprzewidziane wydatki
πλήρης κοινοποίηση πληροφοριών ujawnianie wszystkich informacji
πραγματογνώμονας λογιστής biegły rewident
πραγματοποιηθέν κέρδος zrealizowany zysk
προïόν της σύμβασης produkt umowny
προβλέψεις και αποσβέσεις zakumulowana amortyzacja
πρόγραμμα εφαρμογής program aplikacyjny
προσωρινός κανονισμός rozporządzenie w sprawie ceł tymczasowych
πώληση επί πιστώσει sprzedaż na kredyt
ρευστά διαθέσιμα zbywalne aktywa
ρευστά διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία zbywalne aktywa
ρευστά περιουσιακά στοιχεία zbywalne aktywa
ρευστότητα zbywalne aktywa
σταθμισμένο με βάση τη συμμετοχή στο εμπόριο ważony obrotami handlowymi
σφραγίδα ποιότητας znak jakości
σχεδιασμός διαφημιστικού προγράμματος plan medialny