DictionaryForumContacts

   Greek Portuguese
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (18472 entries)
προσαρμογή του κώδικα των δεδομένων transcodificação de dados
προσαρμογή των γεωργικών διαρθρώσεων adaptação das estruturas agrícolas
προσαρμογή των εργαζομένων στις μεταβολές της βιομηχανίας adaptação dos trabalhadores e trabalhadoras às mutações industriais
προσαρμοσμένη διάταξη disposição adaptada
προσαρμοσμένη διαδικασία λήψης αποφάσεων procedimento de decisão adequado
προσαρμοσμένος adaptado
προσβάλλει πολλά μέταλλα σχηματίζοντας καύσιμο αέριο ataca muitos metais formando um gás combustível
προσβάλλομαι από μια διαρκή και απόλυτο ανικανότητα padecer de uma incapacidade permanente e absoluta
προσβάλλω atacar
πρόσβαση του κοινού στα διοικητικά έγγραφα acesso público aos documentos administrativos
πρόσβαση σε εμπιστευτικά έγγραφα acesso aos documentos confidenciais
προσβολή της ελευθερίας ameaça à liberdade
προσβολή του πυρός ataque a um incêndio
προσδιοριμός των χημικών προσμείξεων determinação da impureza química
προσδιορισθείσα σχέσις εξαρτήσεως μεγεθών hidrometria
προσδιορισμός της μέσης τιμής determinação de médias
προσδιορισμός θυμάτων καταστροφής identificação de vítimas de catástrofes
προσεγγίζοντες στόχοι alvos em aproximação
προσέγγιση της νέας εταιρικής σχέσης nova abordagem de parceria
προσέγγιση ανά πρόγραμμα abordagem por programa