Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18409 entries)
κατακόρυφη ανάμιξη
mistura vertical
κατακόρυφη διασπορά
difusão vertical
κατακόρυφη διασπορά
dispersão vertical
κατακόρυφη διάχυση
difusão vertical
κατακόρυφη διάχυση
dispersão vertical
κατακόρυφη κατατομή
perfil vertical
κατακόρυφη κατανομή
distribuição vertical
κατακόρυφο διάφραγμα
barreira vertical
κατακόρυφος στατικός αντιδραστήρας πυρόλυσης
gaseificador vertical
κατακράτηση υδάτων
represamento de águas
κατακρημνίσεις
(εναπόθεση ρύπων)
deposição de poluentes
κατακρημνίσεις
(εναπόθεση)
ρύπων
deposição de poluentes
κατακρημνίσεις ρύπων
deposição de poluentes
κατακρήμνιση
(απόθεση, κατάλοιπα ρύπων)
fallout
κατακρήμνιση
(απόθεση, κατάλοιπα ρύπων)
precipitação radioativa
κατακρήμνιση της σκόνης
precipitação de poeira
κατακρήμνιση των λυμάτων
tratamento dos efluentes por precipitação
κατακρήμνιση ατμοσφαιρικών ρύπων λόγω βροχής
rainout
κατακρήμνιση αζωτούχων ουσιών
depuração química das águas residuais
κατακρήμνιση
(απόθεση, κατάλοιπα)
ρύπων
fallout
Get short URL