DictionaryForumContacts

   Greek Portuguese
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (18472 entries)
ιδανικό σημείο εργασίας ponto ótimo de funcionamento
ιδανικό σημείο εργασίας regulação eletrónica ótima
ιδεοληπτικοί ενδοιασμοί και τύψεις που οδηγούν εις ομολογίαν escrúpulo de confissão
ίδια κεφάλαια capital próprio
ιδία με τους ημεδαπούς μεταχείριση; εθνική μεταχείριση tratamento nacional
ιδιαίτερα λαμπρός υπάλληλος funcionário particularmente meritório e brilhante
ιδιότητα título
ιδιότητα cargo
ιδιότητα função
ιδιότητα παρατηρητή estatuto de observador
ιδιότητες του καυσίμου κατά την έκπλυση propriedade de lixiviação do combustível
ίδιοι πόροι fundos próprios
ιδιοκτήτης τεχνικών συστηµάτων proprietário dos sistemas técnicos
ιδιοκτήτης πληροφοριών Proprietário da Informação
ιδιοχαρακτηριστικά προνομίου atributos de privilégio
ιδιωτική αρτηρία bus privado
ιδιωτική έκδοση emissão por subscrição particular
ιδιωτική έκδοση emissão privada
ιδιωτικός καταναλωτής consumidor privado
ιδιωτικός φορέας επιτηρήσεως empresa privada de segurança