Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Finances
(17933 entries)
εντολή κατάσχεσης
ordem de penhora
εντολή με όριο μέγιστης ζημίας
ordem de bolsa com menção stop
εντολή με όριο μέγιστης ζημίας
ordem stop-loss
εντολή μεταβίβασης
ordem de transferência
εντολή μεταφοράς κεφαλαίων
ordem de transferência a crédito
εντολή μονοήμερης διάρκειας
ordem para o dia
εντολή παράδοσης
notificação
εντολή πληρωμής
ordem de pagamento
εντολή πληρωμής των δαπανών
ordem de pagamento de uma despesa
εντολή πληρωμής φόρου
intimação final
εντολή που παρέχει διακριτική ευχέρεια
mandato discricionário
εντολή πώλησης με καθορισμένη ελάχιστη τιμή
oferta de venda com limite
εντολή πώλησης με καθορισμένη ελάχιστη τιμή
ordem de venda com limite
εντολή πώλησης στην αγοραία αξία
oferta comum
εντολή πώλησης στην αγοραία αξία
ordem ao preço de mercado
εντολή πώλησης στην καλύτερη δυνατή τιμή
ordem ao melhor
εντολή πώλησης σε ακαθόριστη τιμή
ordem ao melhor
εντολή στην τιμή ανοίγματος
ordem para efetuar à cotação de abertura
εντολή στην τιμή κλεισίματος
ordem para efetuar à cotação de fecho
εντολή σε περίπτωση αδυναμίας κάλυψης
instrução no caso de a cobertura falhar
Get short URL