Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(18472 entries)
Στρατιωτικό Επιτελείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Estado-Maior da União Europeia
στρατιωτικό σκέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
braço armado da União Europeia
στρατιωτικό φλογοβόλο
lança-chamas
στρατιωτικός αντιπρόσωπος
Representante Militar
στρατιωτικός πρωταρχικός στόχος
objectivo global militar
Στρατός των φρουρών της ισλαμικής επανάστασης
Corpo de Guardas da Revolução Islâmica
Στρατός των φρουρών της ισλαμικής επανάστασης
IRGC
Στρατός Αντίστασης του Κυρίου
Exército de Libertação do Senhor
Στρατός Αντίστασης του Κυρίου
Exército de Resistência do Senhor
στρατωνισμός
acantonamento
στραγγαλιστικό επιστόμιο,ρυθμιστική δικλείδα
estrangulador
στραγγαλιστικό επιστόμιο,ρυθμιστική δικλείδα
regulador
στραγγαλιστικό πηνίο
bobina de reactância adicional
στραγγαλισμός
estrangulamento
στραγγιστικά συστήματα
sistemas de drenagem
στρέβλωση του ανταγωνισμού
plano quadrienal
στρεσάρω
exercer pressão sobre
στρεσάρω
pressionar
στροβιλογεννήτρια
turbina-alternador
στρογγυλή τράπεζα
mesa-redonda
Get short URL