Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
<<
>>
Terms for subject
Metallurgy
(12579 entries)
λαβίδα ξεκαλουπώματος
stripper tongs
λαβίδα πλινθώματος
ingot tongs
λαβίδα συγκόλλησης
welding gun
λαβίδα χυτού
ingot tongs
λάδι έλασης
rolling oil
λάδι πυρήνων
core oil
λάδια για τη διέλκυνση που χρησιμοποιούνται κατά τη συρματοποίηση
lubricating oils used in wire-drawing
λαδωμένος
oiled
λαδώνω
oil
λαθεμένη φλόγα
incorrect flame
λαιμός
the dimension on a convex fillet weld corresponding to the effective throat thickness of the same size mitre fillet weld
(convex fillet weld)
λαιμός κύκνου
castors
λαιμός ροής
gooseneck
λαιμός χύτευσης
gooseneck
λακάρισμα από τη μία πλευρά με θερμοσυγκολλητική ουσία
heat seal coating one side
λακάρισμα κατά ζώνες
partly lacquered
λακάρισμα με θερμοκολλητικό βερνίκι
heat seal lacquering
λακάρισμα με θερμοσυγκολλητική ουσία
thermo-setting adhesive
λακάρισμα με θερμοσυγκολλητική ουσία
heat seal coating
λακάρισμα με θερμοσυγκολλητική ουσία
heat seal lacquering
Get short URL