DictionaryForumContacts

   Greek English
Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω   <<  >>
Terms for subject Accounting (1787 entries)
βασικά διοικητικά στελέχη key management personnel
βασικά κέρδη ανά μετοχή basic earnings per share
βασική αναλογιστική ζημία primarily actuarial loss
βασικός έλεγχος key control
βέβαιη δέσμευση firm commitment
βιβλία απογραφών inventories
βιολογικό περιουσιακό στοιχείο biological assets
βιολογικός μετασχηματισμός biological transformation
βιομηχανίες (κλάδοι) industries
βοηθητική δραστηριότητα ancillary activity
βραχυπρόθεσμα δάνεια short-term loans
βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα short-term paper/securities
βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα εκτός από μετοχές, εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών παραγώγων short-term securities other than shares, excluding financial derivatives
βραχυπρόθεσμες παροχές σε εργαζομένους short-term employee benefits
βραχυπρόθεσμο παθητικό current liabilities
βραχύχρονη παροχή σε εργαζόμενους short-term employee benefit
γαιοπρόσοδος rents
γεγονότα μετά την ημερομηνία του ισολογισμού events after the balance sheet date
γενικά έξοδα διοικήσεως; έξοδα διοικήσεως (ή διοικητικά έξοδα) administrative expenses
γενικά έξοδα διοικήσεως; έξοδα διοικήσεως (ή διοικητικά έξοδα) administrative overheads