Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(23338 entries)
συρματόσχοινο λεπτών συρματιδίων
fine wire rope
συρματόσχοινο με κλώνους
stranded rope
συρματόσχοινο μετάδοσης κίνησης
transmission rope
συρματόσχοινο μη τανυσμένο
slack rope
συρματόσχοινο στήριξης
guy wire
συρματόσχοινο στρογγυλών κλώνων
round strand rope
συρματόσχοινο φρένου
brake cable
συρματόσχοινο φρένου
brake pull cable
συρματόσχοινο χονδρών συρματιδίων
coarse wire rope
συρματοσχοινοδηγοί αντιβάρου
counterweight guide
συρματοσχοινοδηγοί αντιβάρου
counterweight rail
συρματόσχοινον γεωτρήσεως
drilling line
συρματόσχοινον γεωτρήσεως
drilling rope
συρματόσχοινον στερεώσεως
tag line
συρματωτήρας εφελκυσμού
wire drawing die
συρόμενη αρθρωτή πόρτα
flexible sliding door
συρόμενη θύρα
sliding door
συρόμενος σύνδεσμος
sliding joint
σύρσιμο
crawling
συστατικό μέρος
component part
Get short URL