DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Natural sciences (14301 entries)
καρποφόρος πυρίτηςμύκης δένδρων conk
καρποφόρος πυρίτηςμύκης δένδρων punk
καρποφορώ fructify
καρριγιόλα η παράλιος strapwort
Καρστικό λιβάδι "Barren" karstic "barren" grassland
καρύδι αφράτο thin-shelled walnut
καρύδι λεπτοκέλυφο thin-shelled walnut
καρύδι σκληρό hard-shelled walnut
καρύδι χονδροκέλυφο hard-shelled walnut
καρυδοσπάστης nutcracker
καρφί αλυσίδας chain nail
καρφοειδές το ερυθρόν creeping red fescue
καρφοειδές το μακρόφυλλο hard fescue
καρώτον το άγριον wild carrot
καστανά φύκια brown algae
καστανά φύκια brown seaweeds
καστανέα η αμερικανική American chestnut tree
καστανέα η αμερικανική white chestnut
καστανή αφίδα της ροδακινιάς almond aphid
καστανή αφίδα της ροδακινιάς brown peach aphid