DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Statistics (9422 entries)
εισοδήματα εκ περιουσίας και εξ επιχειρήσεως income from property and entrepreneurship
εισοδηματίας person of independent means
εισοδηματίας rentier
εισοδηματική τάξη income bracket
εισοδηματική τάξη income group
εισοδηματική κατηγορία income bracket
εισοδηματική κατηγορία income group
είσοδος στο σχολείο school enrolment
εισόδου-εξόδου διαδικασία input/output process
εισπράξεις receipt
εισροή εργασίας labor input
εισροή εργασίας labour input
εισροή νέων παραγγελιών incoming orders
εισροή νέων παραγγελιών inflow of new orders
εισροή πληθυσμών προς τα περίχωρα peripheral migration
εισροή πληθυσμών προς τα προάστια peripheral migration
εισφορά των εργαζομένων employe's contribution
εισφορά των εργαζομένων employee's contribution
εκ των προτέρων πιθανότητα a priori probability
εκ των προτέρων στατιστική παρακολούθηση prior statistical monitoring