DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Metallurgy (12978 entries)
συναρμογή κατ'άκρα butt joint
συναρμογή κατ'άκρα splice
συναρμόζομαι about
συναρμόζομαι butt
συναρμόζω splice
συναρμολόγηση mount
συναρμολόγηση set
συναρμολόγηση καλουπιού coring up
συναρμολόγηση καλουπιού mould assembly
συναρμολογούμενο πλαίσιο built-up moulding box
συναρμολογώ και κλείνω το καλούπι assemble and close the mould
συνάφεια 2) adherence
συνδετήρας fishplate
συνδετήρας hook
συνδετήρας staple
συνδετική ταινία binder
συνδετική ταινία mould jacket
συνδετική ταινία slip jacket
συνδετική πλάκα blank
συνδετική πλάκα blanking plate