Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(36491 entries)
στοιχείο πληροφορίας αναφοράς κλήσης
call reference information element
στοιχείο που βελτιώνει την ικανότητα ανάπτυξης δυνάμεων
enabler
στοιχείο που βελτιώνει την ικανότητα ανάπτυξης δυνάμεων
force enabler
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου ατμοπαραγωγής και υπερθερμάνσεως ατμού
combined superheat boiling fuel assembly
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου άνευ περιβλήματος
canless assembly
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου άνευ περιβλήματος
canless fuel assembly
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου με MAGNOX
magnox fuel
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου με επενδεδυμένους κόκκους
coated-particle type fuel element
στοιχείο ράβδων πυρηνικού καυσίμου ελευθέρου στοιχείου ρυθμίσεως
control rod free fuel assembly
στοιχείο ρύθμισης για μικρές μεταβολές αντιδραστικότητας
fine control element
στοιχείο ρύθμισης για μικρές μεταβολές αντιδραστικότητας
fine control member
στοιχείο ρύθμισης για μικρές μεταβολές αντιδραστικότητας
regulating element
στοιχείο ρύθμισης για μικρές μεταβολές αντιδραστικότητας
regulating member
στοιχείο σύνδεσης
linkage
Στοιχείο υλικού
Hardware element
στοιχείο υπό πίεση εκτεθειμένο σε σωρευτικές βλαπτικές διαδικασίες
pressure component subjected to cumulative damage processes
στοιχείο χωρητικότητας
capacitive element
Στοιχείο ψηφιακής καθυστέρησης
Digit delay element
στοιχειομετρική αναλογία αέρα/καυσίμου
stoichiometric air/fuel ratio
στοιχειομετρική αναλογία καυσίμου-αέρα
stoichiometric air/fuel ratio
Get short URL