DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
προαιρετική optional
προαιρετική διαβούλευση, προαιρετική αίτηση γνωμοδότησης optional consultation
προαιρετική διαβούλευση, προαιρετική αίτηση γνωμοδότησης optional referral
προαιρετική εκδρομή optional tour
προαιρετική ομαδική ασφάλιση optional group insurance scheme
προαιρετική προσφυγή optional consultation
προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως continued optional insurance
προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως optional continued insurance
προαιρετικό optional
προαιρετικό πρωτόκολλο Optional Protocol
Προαιρετικό πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με εναπηρίες Optional Protocol to the Convention on the Rights of Persons with Disabilities
προαίρεση option
προαναγγελία θυελλώδους ανέμου gale warning
προανάμιξη premix
προανάμιξη premixture
προαποδοχή συμφωνίας prior agreement
προαστειοποίηση suburbanization
προασαρμοσμένη tailored
πρόβα rehearsal
προβάδισμα lead