DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36491 entries)
προληπτικό πρώτο πλήγμα pre-emptive attack
προληπτικό πρώτο πλήγμα pre-emptive strike
προληπτικός μηχανισμός preventive mechanism
Πρόληψη ατυχημάτων loss prevention
πρόληψη ένοπλων συγκρούσεων conflict prevention
Πρόληψη καταστροφών disaster prevention
πρόληψη, διαχείριση και επίλυση των συγκρούσεων conflict prevention, management and resolution
πρόληψη, προστασία, καταδίωξη και αντίδραση prevent, protect, pursue and respond
προμείγματα premix
προμείγματα premixture
προμήθεια και διάθεση sale, supply and handling
προμήθεια όπλων arms procurement
προμήθεια όπλων procurement of arms
προμήθειες commissions
προμήθειες από μεσιτικά commission and brokerage
προμήθειες για διακανονισμό εμπορικών πράξεων commissions in respect of payment transactions
προμήθειες για παροχή εγγυήσεων διαχείρισης δανείων για λογαριασμό άλλων δανειστών commissions for guarantees, loans administration on behalf of other lenders
προμήθειες για συναλλαγές επί τίτλων commissions for securities transactions
προμήθειες δοθείσες commissions
προμήθειες δοθείσες commissions paid