DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
ο υποψήφιος που έχει επιλεγεί the successful candidate
ο υποψήφιος υποχρεούται να διανύσει περίοδο δοκιμαστικής υπηρεσίας the official shall serve a period of probation
ο υποψήφιος υποχρεούται να διανύσει περίοδο δοκιμαστικής υπηρεσίας the official shall serve a probationary period
ο φέρων ποινική ευθύνη criminally responsible
όταν when
όταν την αρμοδιότητα για ένα θέμα διεκδικούν περισσότερα του ενός τμήματα where several sections are likely to claim that a subject falls within their remit
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε S20/21
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε when using do not eat, drink or smoke
όταν το χρησιμοποιείτε μην τρώτε,πίνετε ή καπνίζετε when using do not eat,drink or smoke
όταν η απαιτουμένη πλειοψηφία δεν έχει επιτευχθεί if the required majority was not obtained
ότι that
οτιδήποτε whatever
ΟΑΕ IDOs
ΟΑΕ integrated development operations
οβαλοειδές ovaloid
οβίδα με γόμωση σφαιρών shrapnel
οβίδα μη επανεμπλουτισμένου ουρανίου depleted uranium shell
οβιδοβόλο howitzer
οβίς mole
οβίς mole ball