DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
μηχανογραφικό σύστημα κωδικοποίησης των κοινοτικών νομοθετικών πράξεων computerized system for the consolidation
μηχανοκίνητη θύρα επιβατών power-operated service door
μηχανολογία engineering
κατασκευή mechanical manufactured products
Μηχανοποίητα καλύμματα δαπέδων - Προσδιορισμός μάζης ανά μονάδα επιφανείας Machine-made textile floor coverings - Determination of mass per unit area
μηχανορραφώ plot
μηχανοστάσιο ανελκυστήρα elevator machinery room
μηχανουργική κατεργασία με αφαίρεση υλικού machining
μηχανουργός mechanic
μιτωτική μετάφαση mitotic metaphase
μία one
μία Oικονομική και Kοινωνική Eπιτροπή που ασκεί συμβουλευτικά καθήκοντα an Economic and Social Committee acting in an advisory capacity
μία ενιαία Oικονομική και Kοινωνική Eπιτροπή a single Economic and Social Committee
μία ενιαία Συνέλευση a single Assembly
μία κοινή πολιτική εφοδιασμού a common supply policy
μια οπισθοδρόμηση του κοινοτικού δικαίου a step back in Community law
Μία προς μία One-for-one
μια σταδιοδρομία καλύπτει γενικά δύο βαθμούς a career bracket contains ordinarily two grades
μία σημαντική απάλυνση των κανόνων a substantial relaxation in the rules
μια ώρα ελεύθερου χρόνου one hour off