Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Finances
(25411 entries)
μέτρο στήριξης
measure of support
μέτρο υποστήριξης δεσμών
support measure
μεγάλα πλατέα από σίδηρο ή χάλυβα
universal plates of iron or steel
μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα
large exposures
μεγάλες οικονομικές υφέσεις
big slumps
μεγάλη έκρηξη
big bang
μεγάλη οντότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα
large financial sector entity
μεγάλο χρηματοδοτικό άνοιγμα
large exposure
μεγάλοι διανομείς
large-scale distributors
μεγάλοι κίνδυνοι
large risks
μεγάλος μέτοχος
large shareholder
μεγαλύτερη αλληλοεπικάλυψη ωραρίων εργασίας
larger overlap of operating time
μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα στον προϋπολογισμό
make the budget easier to read
μεγαλύτερη επικάλυψη στις ώρες λειτουργίας
larger overlap of operating time
μεγαλύτερο περιθώριο διακύμανσης
wide margin of fluctuation
μέγεθος
quantity
μέγεθος αναφοράς
denominator
μέγεθος αναφοράς
numéraire rate mechanism
μέγεθος έκδοσης
issue size
μέγεθος καθενός πιστωτικού μεριδίου
size of each credit tranche
Get short URL