DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
κατάπληκτο amazed
κατάπληκτος amazed
καταπλήσσω amaze
κατάπνιξη πυρκαγιάς smothering a fire
Καταπότια Pillules
καταπολεμήστε την πυρκαγιά από προφυλαγμένη θέση combat fire out of sheltered position
καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος combating climate change
καταπολέμηση της απάτης fraud investigation
καταπολέμηση της διάδοσης counter proliferation
καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής combating climate change
καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης combat unauthorized immigration
καταπολέμηση του βίαιου εξτρεμισμού Countering Violent Extremism
καταπολέμηση του στρες stress management
καταπολέμηση των αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών Counter Improvised Explosive Device
καταπολέμηση των αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών Counter-IED
καταπολέμηση των ναρκωτικών counter-narcotics
καταπολέμηση των ναρκωτικών fight against drugs
καταπολέμηση των ναρκωτικών war on drugs
καταπολέμηση παρασίτων και ζιζανίων pest control
καταπόνηση strain