DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Earth sciences (17974 entries)
κατακόρυφη διατομή cross-section
κατακόρυφη δόνηση vertical vibration
κατακόρυφη μεταφορά convection
κατακόρυφη μεταφορά ρεύματος αέρα convection
κατακόρυφη ορατότητα vertical visibility
κατακόρυφη ρύθμιση εφεδράνων vertical adjustment of supports
κατακόρυφο ύψος ενός πίδακα vertical range of a jet
κατακόρυφος διανομή ταχυτήτων vertical velocity distribution
κατακόρυφος μετασχεδιαστής aerial sketchmaster
κατακόρυφος μετασχεδιαστής aero-sketchmaster
κατακόρυφος μετασχεδιαστής camera clara
κατακόρυφος μετασχεδιαστής camera lucida
κατακρήμνιση τέφρας ash fall
κατακρήμνιση του σωλήνα collapsing liner
κατακρήμνιση του σωλήνα projectile
κατακρήμνιση του σωλήνα tamper
καταλειπομένη παλιρροϊκή λίμνη tide pool
καταληπτότητα ομιλίας intelligibility
καταληπτότητα ομιλίας speech intelligibility
καταληπτότητα ομιλίας voice intelligibility